-
1 рассказать
рассказать, рассказывать διηγούμαι, αφηγούμαι; расскажите нам. пожалуйста λέγετε μας, παρακαλώ* * *= рассказыватьδιηγούμαι, αφηγούμαιрасскажи́те нам, пожа́луйста — λέγετε μας, παρακαλώ
См. также в других словарях:
λέγω — και λέω (AM λέγω, Μ και λέω) 1. εκφράζομαι με τον προφορικό λόγο, ομιλώ, λαλώ (α. «ο καθένας είπε τις απόψεις του» β. «λεγέτω μὲν οὖν περὶ αὐτοῡ ὡς ἕκαστος γιγνώσκει», Θουκ. γ. «ἔλεξαν ὑπὲρ τῶν στρατηγῶν τάδε», Ξεν.) 2. φρονώ, νομίζω (α. «τί λες… … Dictionary of Greek